Ὄναιθος

Ὄναιθος
Ὄναιθος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Όναιθος — Αρχαίος Έλληνας αγαλματοποιός, άγνωστης πατρίδας και σχολής. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι, μαζί με τον αδελφό του Φύλακα, κατασκεύασε άγαλμα του Δία, αφιέρωμα των Μεγαρέων στην Ολυμπία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”